βραγχιοειδής

βραγχιοειδής
ης, ες похожий на жабры

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "βραγχιοειδής" в других словарях:

  • βραγχιοειδής — βραγχιοειδής, ές και βραγχοειδής, ές (Α) όμοιος με τα βράγχια των ψαριών …   Dictionary of Greek

  • βραγχιοειδῆ — βραγχιοειδής neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) βραγχιοειδής masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) βραγχιοειδής masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -ειδής — ές (είδος*) β συνθετικό επιθέτων και απλή παραγωγική κατάληξη, που δηλώνει ότι το ουσιαστικό το οποίο προσδιορίζεται από το επίθετο έχει τη μορφή που δηλώνει το α συνθετικό. Εμφανίζεται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων λέξεων στη Νέα Ελληνική, έναντι… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»